Κρασιά από σπάνιες Ελληνικές ποικιλίες

Κρασιά από σπάνιες Ελληνικές ποικιλίες Γράψτε σχόλιο

Τα τελευταία χρόνια οι Ελληνικές ποικιλίες απολαμβάνουν μεγάλη εκτίμηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στο διεθνή οινικό κόσμο. Πέραν των γνωστών ποικιλιών, υπάρχουν και αρκετές πιο σπάνιες, οι περισσότερες εξ’ αυτών άγνωστες πριν από λίγα χρόνια. Τις συγκέντρωσαμε και σας τις παρουσιάζουμε, γιατί αξίζουν μια θέση στο ποτήρι, αλλά και στο κελάρι σας.

Το Λημνιό είναι μία από τις αρχαιότερες ερυθρές ποικιλίες του κόσμου, η οποία αναφέρεται από τον Όμηρο, τον Αριστοτέλη, τον Ησίοδο και τον Πολυδεύκη ως «Λημνία σταφύλη ή άμπελος». Σήμερα, πέρα από τη Λήμνο, που είναι και η πατρίδα της ποικιλίας και μας προσφέρει κρασιά Π.Ο.Π. Λήμνου, καλλιεργείται ευρέως στην Κεντρική Μακεδονία και Θράκη, δίνοντας εκπληκτικά αποτελέσματα με αρώματα κόκκινων φρούτων, βοτάνων και μπαχαρικών.

Στη Θράκη είναι ευρέως διαδεδομένη και η καλλιέργεια της ποικιλίας Μαυρούδι, η ονομασία της οποίας προέρχεται από το σκούρο (μαύρο) χρώμα της φλούδας των ρωγών της, γι’ αυτό και το Μαυρούδι χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή σκουρόχρωμων ερυθρών κρασιών, που είναι, ωστόσο, δυσεύρετα. Είτε μόνο του, είτε σε χαρμάνια, το Μαυρούδι διαθέτει μια ισχυρή προσωπικότητα, που μόνο αδιάφορο δεν θα αφήσει αυτόν που θα το δοκιμάσει.  Τα ανεξερεύνητα κρασιά αυτής της ποικιλίας διαθέτουν συνήθως κάπως βαρύ άρωμα, γλυκιά και πλούσια γεύση και αρκετά στιβαρές ταννίνες. Ως εκ τούτου, μια μεσοπρόθεσμη παλαίωση είναι απαραίτητη, προκειμένου να φθάσουν στο απολαυστικότερο σημείο για κατανάλωση. Παρόλο που το Μαυρούδι είναι ακόμη μια Terra Incognita για τον ελληνικό αμπελώνα, τα δείγματα της ποικιλίας αποδεικνύουν πως μπορεί να μεθύσουν τους «ψαγμένους» οινόφιλους, που θα τα φέρουν στο ποτήρι τους, όπως ακριβώς λέγεται πως έκανε και ο πολυμήχανος Οδυσσέας, προσφέροντας κρασί από αυτήν την ποικιλία στον Κύκλωπα!

Στην Ήπειρο συναντάει κανείς το Βλάχικο. Είναι η ποικιλία που προέρχεται από τα μεγάλα κρύα, δηλαδή από τις περιοχές της Ηπείρου με τα μεγάλα ύψη και τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Οι κλιματολογικές συνθήκες επηρεάζουν και διαμορφώνουν το χαρακτήρα της, με βασικά γνωρίσματα τη χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλη και την επίσης χαμηλή ένταση στο χρώμα. Οργανοληπτικά αποτελεί μια έκπληξη! Τα αρώματα της ξεπροβάλλουν ξεκάθαρα και ευωδιάζουν φρούτα του δάσους, μπαχαρικά και πράσινα μήλα. Στο στόμα οι ταννίνες είναι διακριτικές και αφήνουν την καλή οξύτητα να προβάλλεται. Κρασιά αποκλειστικά από Βλάχικο άρχισαν να κυκλοφορούν πρόσφατα και αξίζουν την προσοχή μας γιατί είναι γοητευτικά, δροσιστικά και κυρίως αποτελούν σίγουρη επιλογή ακόμα και για ζεστά βράδια με φίλους.

Ο Τσαπουρνάκος είναι ένα ερυθρό σταφύλι που καλλιεργείται αποκλειστικά στον Βελβεντό και μας χαρίζει βαθύχρωμα, πλούσια κρασιά.

Το ερυθρό Κολινδρινό είναι πολύ σπάνια ποικιλία της Βόρειας Ελλάδας, οι πρώτες απόπειρες οινοποίησης της οποίας έδωσαν κρασιά με δύναμη, σώμα και πλούσιο χρώμα.

Μια σπάνια ποικιλία με υψηλό ποιοτικό δυναμικό στη Θεσσαλία είναι η Λημνιώνα, η οποία χαρακτηρίζεται για το βαθύ χρώμα που δίνει στα κρασιά όπως και για τον κομψό φρουτώδη και βοτανικό χαρακτήρα, με υψηλή οξύτητα και μαλακές τανίνες.

Μια εξαιρετικά σπάνια ερυθρή ποικιλία είναι το Μούχταρο, μια ποικιλία με έντονο χαρακτήρα και χαμηλή παραγωγικότητα που έκανε τους αμπελουργούς να μην ασχολούνται πλέον μαζί της, αλλά με άλλες πιο επικερδής ποικιλίες. Ευτυχώς διασώθηκε χάριν στις προσπάθειες του Αθανάσιου Ζαχαριά και ευδοκιμεί στην Άσκρη Βοιωτίας, δίνοντας ένα βυσσινί κρασί με καλές ταννίνες με γεύση καραμέλας και μόκας.

Στην δυτική Πελοπόννησο, τη Ζάκυνθο και την Τήνο συναντάται ο Αυγουστιάτης, ο οποίος μας δίνει κρασιά με βαθύ κόκκινο χρώμα, αρώματα κόκκινων φρούτων και βύσσινου.

Το Μαύρο Καλαβρυτινό αποτελεί επίσης μια σπάνια ποικιλία της Πελοποννήσου. Οι αμπελουργοί την εγκατέλειψαν γιατί ήταν μια δύσκολη ποικιλία με προβλήματα ωρίμανσης, λεπτό φλοιό και ατίθασες ταννίνες. Όμως αποτελεί μια μαγευτική ποικιλία, αφού, καθώς «γερνάει», το χρώμα του κρασιού ζωντανεύει και εμφανίζει αρωματική συμπύκνωση.

Η Μανδηλαριά είναι μια ποικιλία που εντοπίζεται κυρίως στην Κρήτη, στην Πάρο και στη Ρόδο, συμμετέχοντας μαζί με άλλες ποικιλίες για τη δημιουργία εξαιρετικών κρασιών. Ένας πολύ ενδιαφέρον κλώνος της Μανδηλαριάς, είναι η Μαύρη Κοντούρα Κύμης, την οποία αναβίωσε ο Απόστολος Μουντρίχας στην Εύβοια και παρουσίασε την Μαυροκοντούρα.

Στη Σαντορίνη θα συναντήσουμε το Κατσανό, τη Γαϊδουριά και το Μαυτοτράγανο. Μέχρι και τον 20ο αιώνα, οι ποικιλίες στο νησί ξεπερνούσαν τις 50. Στην συνέχεια, οι περισσότερες εξ αυτών παραμερίστηκαν από άλλες πιο παραγωγικές ή αναγνωρίσιμες, είτε χάθηκαν λόγω της ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης. Ανάμεσα σε αυτές τις πλέον σπάνιες ποικιλίες βρίσκεται και το Κατσανό, το οποίο καλύπτει περίπου το 1% του θηραϊκού αμπελώνα. Είναι ιδιαίτερα δυσεύρετη ποικιλία με μοναδικά λεπτό φλοιό, εντελώς διαφορετικό από τον σαρκώδη των περισσοτέρων σταφυλιών, όπως του Ασύρτικου. Εν αντιθέσει με το παρόν, παλαιότερα το Κατσανό ήταν μία από τις πιο σημαντικές ποικιλίες της Σαντορίνης, καθώς ο ρόλος του στην παρασκευή του Vinsanto ήταν αξιοσημείωτος. Από τότε, όπως και στο κρασί που παράγει ο Γαβαλάς σήμερα, οι ντόπιοι συνδύαζαν το Κατσανό με τη Γαϊδουριά, άλλη γηγενή και πιο σπάνια ποικιλία με γλυκά αρώματα. Κατά πάσα πιθανότητα, το όνομα αυτής της ποικιλίας προήλθε από το γεγονός ότι τα γαϊδούρια προτιμούσαν τη γεύση των φύλλων της από κάθε άλλης αμπελιάς. Αντίστοιχα, το όνομα του Κατσανού πιθανολογείται ότι προήλθε λόγω της τραγανότητας του φρούτου (Κατσανό-τραγανό). Σήμερα, δυστυχώς, το Κατσανό και η Γαϊδουριά αποτελούν δύο ξεχασμένες ποικιλίες. Οι ρίζες τους βρίσκονται διάσπαρτες σε όλο τον αμπελώνα του νησιού, γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη την συγκομιδή τους, η οποία γίνεται τουλάχιστον μία βδομάδα νωρίτερα από τον τρύγο των υπολοίπων ποικιλιών.

Το Μαυροτράγανο έμελε να έχει παρόμοια τύχη με το Κατσανό και την Γαϊδουριά, αφού έτεινε να χαθεί από τον σαντορινιό αμπελώνα, αν δεν το αναδείκνυαν τελευταία. Χρησιμοποιείται και αυτό στην παραγωγή του Vinsanto, ενώ το όνομά του προέρχεται από τα δύο συνθετικά μαύρο- και –τραγανό. Αναμφισβήτητα, αποτελεί τη νέα βαθυκόκκινη πρόταση του νησιού, με υψηλή οξύτητα και αρκετές τανίνες. Η προέλευσή του είναι άγνωστη, για χρόνια συναντιόταν μόνο στη Σαντορίνη, ενώ πρόσφατα ξεκίνησε η καλλιέργειά του και στη Μακεδονία. Σημαντικές είναι οι δυνατότητες παλαίωσής του και κάθε χρόνο οι ετικέτες που βγαίνουν στην αγορά είναι όλο και καλύτερες.

Στην Κρήτη η ερυθρή ποικιλία που κυριαρχεί είναι το Λιάτικο, μια ποικιλία που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τόσο ξηρών όσο και γλυκών κρασιών και διακρίνεται για το απαλό χρώμα που δίνει στα κρασιά και τον ανθικό χαρακτήρα.

Το Βιδιανό είναι, επίσης, μια από τις πολλά υποσχόμενες Ελληνικές λευκές ποικιλίες με καταγωγή το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο. Ξεχωρίζει γιατί τα αρώματα της από ροδάκινο, βερίκοκο, βότανα και ορυκτά δένουν απόλυτα και το στόμα της είναι αξιοζήλευτα κομψό και ντελικάτο. Δυστυχώς οι εκτάσεις της είναι περιορισμένες, αλλά τα δείγματα που μας δίνει είναι όλο και πιο μαγικά.

Πηγή: Biscotto

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Είμαι άνω των 18 ετών